ΕΦΣΥΝ: Η μαύρη βίβλος για τα δικαιώματα – Έργα και ημέρες του Κυρ. Μητσοτάκη Ντίνα Δασκαλοπούλου
Με το αφήγημα του «νόμου και της τάξης» και με εργαλείο το «επιτελικό κράτος», η απερχόμενη κυβέρνηση υποσχέθηκε μια ασφαλή και ποιοτική ζωή στους πολίτες. Στην πραγματικότητα αυτό που ζήσαμε ήταν η απόσυρση του κράτους ακόμα και από τις στοιχειώδεις υποχρεώσεις του προς όφελος των ιδιωτών ακόμα και την περίοδο της πανδημίας, η λεηλασία του λαϊκού εισοδήματος, η διεύρυνση και το βάθεμα των ταξικών ανισοτήτων. Κι επειδή πάντα «η φτώχεια είναι πιο φρόνιμη αν νιώθει ότι φταίει», σε κάθε, μα κάθε περίσταση -από την πανδημία μέχρι την τραγωδία των Τεμπών- η κυβέρνηση επιστράτευσε τη λογική της «ατομικής ευθύνης» μέχρι και το φιλότιμο των θυμάτων της τραγωδίας που… πρέπει «να βάλουν πλάτη».
Οι έρευνες για τις συνθήκες διαβίωσης στη χώρα διαψεύδουν ηχηρά τα λαμπερά «γαλάζια» διαφημιστικά σποτ και τα γεγονότα καταδεικνύουν πόσο ευθέως έχει προσβάλει και υπονομεύσει το πολίτευμα η Νέα Δημοκρατία. Από τις απευθείας αναθέσεις εκατομμυρίων ευρώ, τους αθρόους διορισμούς των δικών της ανθρώπων σε κάθε δημόσιο οργανισμό μέχρι τη διαχείριση της πανδημίας με τα χιλιάδες θύματα, η απερχόμενη κυβέρνηση επιχείρησε να φέρει το πολίτευμα στο μέτρα της κι έπαιξε με τους θεσμούς ώστε να ελέγξει το κράτος-λάφυρο.
Και, ταυτόχρονα, ζήσαμε μια πρωτοφανή καταρράκωση των θεσμών, μια συνεχή υποχώρηση του κράτους δικαίου, ένα όργιο καταστολής και -βεβαίως- ίσως το μεγαλύτερο σκάνδαλο της Μεταπολίτευσης με την παρακολούθηση του μισού πολιτικού συστήματος. Προσωπικά δεδομένα υπουργών, πολιτικών, αρχηγών των Ενόπλων Δυνάμεων, δημοσιογράφων οιονεί θέτουν σε ομηρία εκατοντάδες πρόσωπα, δημιουργώντας σοβαρότατα ερωτήματα για το πώς θα λειτουργεί το ίδιο το πολίτευμα από εδώ και πέρα αν ύστερα από αυτές στις εκλογές συνεχίσει να κατοικοεδρεύει στο Μαξίμου ο κ. Μητσοτάκης.
Σελίδες επί σελίδων έχουν γραφτεί από διεθνείς οργανισμούς και θεσμικά όργανα για τα έργα και τις ημέρες της κυβέρνησης που απέρχεται και για τον τρόπο που αντιμετώπισε αυτόν τον λαό από τον δρόμο μέχρι τον νόμο, τον οποίο ασφαλώς και έκανε πολιτικό εργαλείο. Σελίδες επί σελίδων έχουν γραφτεί και από την εφημερίδα μας που παρακολούθησε βήμα βήμα, μέρα μέρα σε όλα τα πεδία το πόσο συστηματικά ο «εχθρός λαός» φτωχοποιήθηκε, ενώ γινόταν ένα πάρτι διαφθοράς και οι θεσμοί υπονομεύονταν από αυτούς τους ίδιους τους υποτιθέμενους θεματοφύλακές τους.
Αστυνομική βία και καταστολή, (αν)ελευθερία του Τύπου και παρακολουθήσεις. Επιλέγουμε μόνο τρία πεδία από όσα… διέπρεψε η κυβέρνηση του κ. Μητσοτάκη. Και ίσως ο άνθρωπος που θα λείψει σε όλους μας σε αυτές τις εκλογές, ο αείμνηστος Ηλίας Νικολακόπουλος, να έχει περιγράψει καλύτερα από τον καθένα όσα ζήσαμε σε αυτή την τετραετία αυταρχικού νεοφιλελευθερισμού. Ως «καχεκτική δημοκρατία» είχε ορίσει ο Νικολακόπουλος την περίοδο από το τέλος του Εμφυλίου μέχρι την επιβολή της στρατιωτικής δικτατορίας, «μια ιδιότυπη σύζευξη αυταρχισμού και δημοκρατίας, αποκλεισμού και ευημερίας, ιδεολογικής οπισθοδρόμησης και πολιτιστικής άνοιξης». Δυστυχώς, η Ελλάδα τόσες δεκαετίες μετά επέστρεψε, επί ημερών Μητσοτάκη, στην ίδια κατάσταση.
Τον Νοέμβριο του 2019, λίγους μήνες αφότου η Ν.Δ. είχε αναλάβει την εξουσία, ο Μάκης Βορίδης (τότε υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης) δήλωνε στον ΣΚΑΪ: «Το ξύλο είναι στοιχείο αναγκαστικότητας». Η κυνική αυτή δήλωση επιβεβαιώθηκε τους μήνες που ακολούθησαν. Η «κανονικότητα» του επιτελικού κράτους περιλάμβανε πρωτοφανείς πρακτικές που θύμιζαν άλλες εποχές: πρόσφυγες με τα μωρά στα χέρια αναγκάζονταν, αξημέρωτα, από τα ΜΑΤ να εγκαταλείψουν τα προσωρινά καταφύγιά τους σε επιχειρήσεις-σκούπα της ΕΛ.ΑΣ.· αστυνομικοί εισέβαλλαν σε κινηματογράφους και απομάκρυναν ανήλικους θεατές παρουσία των γονιών τους· έκαναν έφοδο σε κλαμπ στο Γκάζι και υποχρέωναν 300 ανθρώπους να μείνουν γονατιστοί με τα χέρια στο κεφάλι· ξεγύμνωναν και βασάνιζαν διαδηλωτές φωνάζοντας «Ετσι γαμάνε οι χακί. Στα Εξάρχεια έχουμε χούντα, ρε, το κατάλαβες;»· απειλούσαν ανήλικες ότι «θα περάσετε καλά στο Τμήμα…». Η Διεθνής Αμνηστία εξέφρασε την ανησυχία της πριν ακόμα η κυβέρνηση Μητσοτάκη συμπληρώσει έξι μήνες εξουσίας.
«Αβατο»
Οι επιθέσεις της Αστυνομίας δεν ήταν μόνο βάρβαρες, αλλά και δολοφονικές. Τον Αύγουστο του 2019, σε μια από τις πρώτες αστυνομικές επιχειρήσεις στο «άβατο των Εξαρχείων», κατά τη διάρκεια εκδήλωσης στο Κοινωνικό Κέντρο Κ*ΒΟΞ, άνδρες των ΜΑΤ έκαναν έφοδο στην είσοδο της κατάληψης σπάζοντας την τζαμαρία με καρέκλα, χτυπώντας στα τυφλά με κλομπ και ρίχνοντας σε ευθεία βολή δακρυγόνα σε κλειστό χώρο.
Το πρόσχημα για «άβατο των Πανεπιστημίων» έφερε τα ΜΑΤ στις εισόδους των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων, την ώρα που 600 ειδικοί φρουροί προσλαμβάνονταν για να στελεχώσουν την Πανεπιστημιακή Αστυνομία. Το φοιτητικό κίνημα έβραζε, οι διαδηλώσεις διαμαρτυρίας διαδέχονταν η μία την άλλη, νεαροί φοιτητές δέρνονταν ανηλεώς. Σε μια κινητοποίηση ο φοιτητής του ΑΠΘ Γιάννης Ντουσάκης τραυματίστηκε στο κεφάλι από κρότου-λάμψης σε ευθεία βολή. Ο πρωθυπουργός χαρακτήρισε τον φοιτητή «επαγγελματία τραυματία» και έθεσε το δίλημμα «βιβλιοθήκη ή βαριοπούλες». Η εφημερίδα «Guardian» έγραψε για την Ελλάδα: «Η κυβέρνηση Μητσοτάκη φέρεται να έχει δώσει λευκή επιταγή στις δυνάμεις ασφαλείας».
Τον Ιούλιο του 2020 υπήρξε η πρώτη καταγγελία για νεκρό. Η οικογένεια του Βασίλη Μάγγου κατήγγειλε ότι ο 26χρονος πέθανε έναν μήνα μετά τον βασανισμό του στο Α.Τ. Βόλου και άλλη μία εσωτερική έρευνα διατάχθηκε από την ΕΛ.ΑΣ.: «Γεγονός αδιαμφισβήτητο είναι ότι το παιδί μας πέθανε. Γεγονός αδιάψευστο είναι ότι πριν από έναν μήνα ξυλοκοπήθηκε από τα ΜΑΤ άγρια και επικίνδυνα για τη σωματική του υγεία. Γεγονός (μη αποδεικνυόμενο ιατροδικαστικά) είναι ότι μετά τον ξυλοδαρμό, αλλά και τους εξευτελισμούς που υπέστη στο κρατητήριο, κατέρρευσε η ψυχική του υγεία, που μοιραία επηρέασε τις αποφάσεις για τη ζωή του. Γεγονός είναι ότι στη χώρα μας δεν λειτουργούν οι δημοκρατικοί θεσμοί».
Επιτροπή
Ο τότε υπουργός Προστασίας του Πολίτη, Μιχάλης Χρυσοχοΐδης, σύστησε πενταμελή επιτροπή για διερεύνηση της αστυνομικής βίας, υπό την προεδρία του Νίκου Αλιβιζάτου, καθηγητή Συνταγματικού Δικαίου. Παράλληλα, η Ελληνική Ενωση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου έκανε αναφορά στον Συνήγορο του Πολίτη, σημειώνοντας ότι η δράση των ενστόλων «φαίνεται να έχει τη μορφή συστηματικής παρανομίας». Και ήταν ακόμα Δεκέμβριος του 2019…
Πριν αλλάξει ο χρόνος τα ΜΑΤ έκαναν επιχείρηση σε κατάληψη στο Κουκάκι και συνέλαβαν μέσα στο σπίτι του τον σκηνοθέτη Δημήτρη Ινδαρέ και τους δύο γιους του. Γείτονες κατέγραψαν σε βίντεο τη βία που υπέστησαν οι τρεις συλληφθέντες, οι οποίοι, εκτός από δαρμένοι, βρέθηκαν και κατηγορούμενοι. Αθωώθηκαν τον Νοέμβριο του 2022.
Οι καταγγελίες αυξάνονταν με ραγδαίους ρυθμούς. Η ΕΛ.ΑΣ. παραδέχτηκε βασανισμό γυναίκας ΑμεΑ στο Α.Τ. Ομόνοιας και διέταξε ΕΔΕ. Αστυνομικός της ΔΙΑΣ καταγράφηκε να χτυπάει στο κεφάλι 11χρονο Ρομά· τέθηκε σε διαθεσιμότητα και διατάχθηκε ΕΔΕ. Μια 22χρονη τραυματίστηκε σοβαρά στο κεφάλι από αστυνομικούς κατά τη διάρκεια διαδήλωσης στο Ηράκλειο. Την αγριότητα των ΜΑΤ υπέστησαν κάτοικοι της Τήνου που τόλμησαν να αντισταθούν στην τοποθέτηση ανεμογεννητριών. Ακόμη μία ΕΔΕ διατάχθηκε για επίθεση αστυνομικών σε πρόσφυγες στο λιμάνι της Μυτιλήνης.
«Πονάω, τι με βαράτε;»
Με πρόσχημα την προστασία από τον κορονοϊό, αστυνομικές δυνάμεις προσήγαγαν στον σωρό διαδηλωτές ή περαστικούς. Η πιο χαρακτηριστική περίπτωση απρόκλητης επίθεσης ήταν ο ξυλοδαρμός του 29χρονου Αλέξανδρου στη Νέα Σμύρνη. «Πονάω, τι με βαράτε;», φώναζε ο νεαρός την ώρα που αστυνομικός τον χτυπούσε με μανία. Οι κάτοικοι βγήκαν μαζικά στους δρόμους ενάντια στην αστυνομική βία. Η κυβέρνηση έσπειρε βία και τη θέρισε στα γεγονότα της Νέας Σμύρνης, όταν τραυματίστηκε αστυνομικός. Σε εκείνα τα επεισόδια χτυπήθηκαν πολλά νέα παιδιά, έγιναν δεκάδες συλλήψεις στον σωρό και ένας πολίτης, που κατηγορήθηκε για απόπειρα ανθρωποκτονίας του αστυνομικού, προφυλακίστηκε για επτά μήνες μέχρι να αποδειχθεί ότι δεν ήταν καν στο σημείο των διαδηλώσεων.
Μετά την οικογένεια Ινδαρέ ήρθε η σειρά της οικογένειας Καττή στα Σεπόλια. Αστυνομικοί της ομάδας ΔΡΑΣΗ χτύπησαν ανελέητα τον 24χρονο τότε Ορέστη Καττή στην πιλοτή του σπιτιού του. Την αστυνομική βία δεν γλίτωσαν η μητέρα του Ορέστη και η αδερφή του, με τον πατέρα να καταλήγει νοσηλευόμενος στον «Ευαγγελισμό» και φρουρούμενος! Τα δύο παιδιά της οικογένειας και δύο οικογενειακοί φίλοι τους σύρθηκαν στο Πλημμελειοδικείο – η εμπλοκή τους με τη Δικαιοσύνη δεν έχει τελειώσει τρία χρόνια μετά. Λίγο πριν από την ετυμηγορία, η δίκη ακυρώθηκε και θα ξεκινήσει από την αρχή!
Ακολούθησαν δεκάδες καταγγελίες για αστυνομικές επιθέσεις σε φοιτητές, εκπαιδευτικούς, μετανάστες, δημοκρατικούς ανθρώπους που διεκδικούν τα δικαιώματά τους. Ο υπουργός Προστασίας του Πολίτη άλλαξε και τον Μ. Χρυσοχοΐδη διαδέχτηκε ο Τ. Θεοδωρικάκος. Επί των ημερών του ο 18χρονος Ρομ Νίκος Σαμπάνης έπεσε νεκρός από σφαίρες αστυνομικών κατά τη διάρκεια καταδίωξης στο Πέραμα. Ηταν άοπλος και μαζί του ήταν δύο ανήλικοι φίλοι του. Για την ανθρωποκτονία Σαμπάνη θα δικαστούν επτά αστυνομικοί.
Τον Μάιο του 2020 η Επιτροπή Αλιβιζάτου ολοκλήρωσε το έργο της και παρέδωσε στον υπουργό Μ. Χρυσοχοΐδη το πόρισμά της, αλλά αυτό παραδόθηκε στη Βουλή ύστερα από καθυστέρηση έξι μηνών. Στο πόρισμα γίνεται λόγος για «μεροληψία των ανακριτικών αστυνομικών οργάνων, η οποία εκδηλώνεται με την αποδοχή εντυπωσιακά όμοιων καταθέσεων από τους εμπλεκόμενους αστυνομικούς, αλλά και με απόδοση πολύ μεγαλύτερης βαρύτητας στις μαρτυρικές τους καταθέσεις σε σύγκριση με εκείνες των πολιτών».
Ορέστης Καττής
«Η ακραία καταστολή δείχνει φόβο»
Τα τελευταία χρόνια ζούμε μια πρωτόγνωρη κατάσταση στη χώρα μας. Η κρατική καταστολή και η αστυνομική αυθαιρεσία έχουν γίνει καθεστώς. Πλέον φαντάζει φυσιολογικό να βλέπουμε δολοφονημένα παιδιά από αστυνομικούς και άγρια ξυλοδαρμένους σε κάθε πορεία.
Η οικογένειά μου, όπως και χιλιάδες άλλοι, είμαστε θύματα τέτοιας ακραίας βίας. Τη 17η Νοεμβρίου 2020, όταν η κυβέρνηση κήρυξε παράνομες τις διαδηλώσεις για την επέτειο του Πολυτεχνείου με πρόσχημα την προστασία της δημόσιας υγείας, με σωματεία και φοιτητικούς συλλόγους πραγματοποιήσαμε πορεία στη μνήμη των νεκρών του λαού μας.
Κυριολεκτικά στο σπίτι μας, αστυνομικοί χτύπησαν με μανία εμένα και στη συνέχεια τη μητέρα μου και την αδελφή μου. Υστερα από τόσον καιρό εμείς, που τολμήσαμε να παραβούμε την αστυνομοκρατία και τις εντολές του κ. Χρυσοχοΐδη, βρισκόμαστε σε δικαστική ομηρία επειδή η δίκη θα ξαναρχίσει από το μηδέν. Και θα ξαναζήσουμε όσα ζήσαμε στις αλλεπάλληλες συνεδριάσεις του δικαστηρίου, όταν οι μάρτυρες κατηγορίας αστυνομικοί, σαν τάγμα εφόδου, μας χλεύαζαν και μας έβριζαν χυδαία.
Η ακραία καταστολή και η βία δείχνουν φόβο. Φοβούνται τη νεολαία που, στερώντας της τα όνειρα και το μέλλον, θα αποτελέσει τη σπίθα που θα αλλάξει τον κόσμο μας.
Φοβούνται τις καινούργιες γειτονιές που, σαν τη Νέα Σμύρνη, θα πλημμυρίσουν από ένα ποτάμι κόσμου που διεκδικεί τη ζωή του, τα δικαιώματά του, τη δημοκρατία του και όχι τον ζόφο που του προσφέρουν. Δεν θέλουμε άλλους νεκρούς όπως στα Τέμπη, άλλα νεκρά παιδιά Ρομά και άλλους νεκρούς στα νοσοκομεία. Γι’ αυτούς θα είμαστε πάντα στους δρόμους, μπροστά στους αγώνες
Λογοκρισία, οικονομική χειραγώγηση των ΜΜΕ και υποκλοπές
Η ελευθερία του Τύπου
«Εχετε πάει στη Σάμο; Οχι, δεν έχετε πάει» – θα αρκούσε να θυμηθεί κανείς την επίθεση του Κυριάκου Μητσοτάκη στην ξένη ανταποκρίτρια Ιγκεμποργκ Μπέγκελ για να περιγράψει την αντίληψη του καθεστώτος σχετικά με τον ρόλο των δημοσιογράφων. Ή τον απόλυτα αδιαφανή τρόπο με τον οποίο διανεμήθηκαν τα κονδύλια από την κυβέρνηση κατά τη διάρκεια της πανδημίας ώστε να πριμοδοτηθούν τα «φίλια» Μέσα. Ή την παράνομη παρακολούθηση ρεπόρτερ. Ή τις αγωγές SLAPP και από δημόσιους λειτουργούς. Ή τους δημοσιογράφους και τους εκδότες που κατηγορήθηκαν για τις αποκαλύψεις τους για το σκάνδαλο Novartis. Ή τη δολοφονία του Γιώργου Καραϊβάζ, για την οποία -ω του θαύματος- έγιναν συλλήψεις μόλις προ ολίγων ημερών.
Μία από τις πρώτες πράξεις στη σάγκα του «επιτελικού κράτους» ήταν η πρωτοφανής υπαγωγή του κρατικού Πρακτορείου Ειδήσεων -μαζί με την ΕΥΠ- στο Γραφείο του Πρωθυπουργού. Αργότερα η απόπειρα λογοκρισίας των δημοσιογράφων στα δημόσια ΜΜΕ θα ερχόταν στο φως με τον πιο χονδροειδή τρόπο. Στις 8 Φεβρουαρίου 2021 διέρρευσε σημείωμα της διοίκησης της ΕΡΤ: «ΠΡΟΣ ΣΥΝΑΔΕΛΦΟΥΣ Δ. ΠΑΡΑΓΩΓΟΥΣ ΔΕΝ ΠΑΙΖΟΥΜΕ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ ΑΛΛΑ ΟΥΤΕ ΚΑΙ ΒΙΝΤΕΟ Κ. ΜΗΤΣΟΤΑΚΗ ΑΠΟ ΤΗ ΒΕΡΑΝΤΑ ΤΟΥ ΣΠΙΤΙΟΥ ΣΤΕΦΑΝΑΔΗ (ΤΡΑΠΕΖΙ), ΙΚΑΡΙΑ». Οι εκπρόσωποι των δημοσιογράφων της ΕΡΤ έβγαλαν ανακοίνωση: «Δεν είναι η πρώτη φορά που οι εργαζόμενοι της ΕΡΤ δεχόμαστε αφόρητες πιέσεις για το πώς πρέπει να παιχτεί, υποβαθμιστεί ή και να αποσιωπηθεί μια είδηση. Συνήθως οι εντολές είναι προφορικές, το γραπτό σημείωμα του Σαββατοκύριακου όμως είναι πραγματικό γεγονός».
Τον Απρίλιο του 2021 ο ευρωβουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ., Στέλιος Κούλογλου, υποβάλλει ερώτηση για τη συστηματική λογοκρισία και την οικονομική χειραγώγηση των ΜΜΕ στην Ελλάδα, όπου σημειώνει: «Στις 19 Απριλίου, δημοσιογράφος της ελληνικής Δημόσιας Ραδιοτηλεόρασης κατήγγειλε επανειλημμένη λογοκρισία σε έρευνές της, με αποκορύφωμα εκπομπή που είχε θέμα τη λογοκρισία στα κοινωνικά δίκτυα. Αντίστοιχα περιστατικά έχουν καταγραφεί σε ενημερωτικές εκπομπές, όπως π.χ. για τους καταυλισμούς των προσφύγων, ακόμη και σε καλλιτεχνικά έργα. Στις 16 Απριλίου, δύο βουλευτές του κυβερνώντος κόμματος ζήτησαν με κοινοβουλευτική παρέμβαση εξηγήσεις για τη μετάδοση σατιρικού τραγουδιού σε ψυχαγωγική εκπομπή της δημόσιας τηλεόρασης».
Μπορεί ο πρωθυπουργός να χαρακτήρισε «μπούρδες» την έκθεση των Ρεπόρτερ Χωρίς Σύνορα στην οποία η Ελλάδα κατρακύλησε 38 θέσεις και από την 70ή θέση βρέθηκε στην 108η το 2022, ωστόσο όλος ο υπόλοιπος πλανήτης δεν φαίνεται να συμφωνεί μαζί του (φυσικά και φέτος η χώρα παρέμεινε στα Τάρταρα – στη θέση 107). Μόνο τον Νοέμβριο που μας πέρασε, μέσα σε μόλις τρεις μέρες αποδείχτηκε πως «η ελευθερία του Τύπου βρίσκεται υπό πολιορκία καθημερινά στην Ελλάδα», όπως τουίταρε ο επικεφαλής των ΡΧΣ για την Ευρωπαϊκή Ενωση και τα Βαλκάνια, Pavol Szlai: τη Δευτέρα αποκαλύφθηκε ότι παρακολουθούσαν παράνομα και τον δολοφονημένο Γιώργο Καραϊβάζ, την Τρίτη συνελήφθη ο διεθνούς φήμης φωτορεπόρτερ Νίκος Πηλός, την Τετάρτη κάποιοι προσπάθησαν να καταχραστούν φορολογικά στοιχεία των Reporters United.
Ακόμα και η φετινή έκθεση του Στέιτ Ντιπάρτμεντ για τα ανθρώπινα δικαιώματα στην Ελλάδα καταγράφει ζητήματα υπονόμευσης της ελευθερίας των μέσων ενημέρωσης, όπως και καταγγελίες για κυβερνητικές πιέσεις στον Τύπο να μη δημοσιεύονται ρεπορτάζ που δεν είναι υπέρ της κυβέρνησης, αλλά και καταγγελίες οργανώσεων ότι πολλά μέσα ενημέρωσης παραλείπουν να δημοσιοποιήσουν σοβαρές παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Και, φυσικά, η κυβέρνηση καθ’ όλη τη θητεία της ακολούθησε και την παλιά συνταγή για μια αναίτια προσαγωγή ή ένα μπερντάχι όπου δεν πίπτει λόγος (και λογοκρισία). Ας θυμηθούμε μόνο τα τελευταία κρούσματα αστυνομικής βίας κατά λειτουργών των ΜΜΕ τον Μάρτιο.
Λίγες ημέρες μετά τον φωτορεπόρτερ Γιάννη Λιάκο, ο οποίος κατά τη διάρκεια της μεγαλειώδους διαδήλωσης της 16ης Μαρτίου για τα Τέμπη τραυματίστηκε από δύο χειροβομβίδες κρότου-λάμψης που έριξαν στο κεφάλι και στο σώμα του οι αστυνομικοί, με αποτέλεσμα να υποστεί κάκωση ακουστικού νεύρου–τυμπάνου, η ΕΣΗΕΑ καταγγέλλει ότι ο Νίκος Χριστοφάκης, ο οποίος κάλυπτε τη συγκέντρωση στο Σύνταγμα, διαγνώστηκε με απώλεια ακοής σε ποσοστό 55% εξαιτίας χειροβομβίδας κρότου-λάμψης που έριξαν οι δυνάμεις των ΜΑΤ και εξερράγη δίπλα του.
Υποκλοπές
Το πρώτο κρούσμα του μεγαλύτερου σκανδάλου της Μεταπολίτευσης, αυτού των υποκλοπών, αποκαλύφθηκε τον Νοέμβριο του 2021 από την «Εφ.Συν.», όταν δημοσιεύσαμε επίσημα έγγραφα της ΕΥΠ σύμφωνα με τα οποία βρισκόταν σε καθεστώς παρακολούθησης ο δημοσιογράφος Σταύρος Μαλιχούδης, ένας δικηγόρος που είχε αναλάβει τη δικαστική εκπροσώπηση ενός πρόσφυγα, άτομα που βοηθούσαν σε δομές αλληλεγγύης αλλά και αντιεμβολιαστές. Η κυβέρνηση δεν διανοήθηκε να διαψεύσει την είδηση, αυτό που έκανε ήταν να τη «θάψει», καθώς κανένα από τα συστημικά ΜΜΕ δεν ενδιαφέρθηκε να ρωτήσει περαιτέρω, πόσο μάλλον να την αναδημοσιεύσει.
Λίγους μήνες αργότερα έρχεται η επαίσχυντη τροπολογία της κυβέρνησης σύμφωνα με την οποία κανένα θύμα παρακολούθησης δεν θα είχε δικαίωμα να μάθει αν βρέθηκε σε καθεστώς παρακολούθησης. Και μετά αποκαλύπτεται η παρακολούθηση του δημοσιογράφου Θανάση Κουκάκη, τόσο από την ΕΥΠ όσο και από το λογισμικό Predator. Oύτε κι εκεί κουνήθηκε φύλλο από τα συστημικά ΜΜΕ, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων.
Οταν αποκαλύφθηκε η περίπτωση παρακολούθησης του Νίκου Ανδρουλάκη αποδείχτηκε ότι το μεγαθήριο που άκουγε στο όνομα «επιτελικό κράτος» δεν ήταν τίποτε άλλο παρά ένας γίγαντας με πήλινα πόδια. Εφταναν δυο-τρία μικρά ρήγματα σε αυτό το κέλυφος μυστικότητας που φάνταζε άτρωτο για να διαπιστωθεί ότι από μέσα ήταν κούφιο και πως οι εμπνευστές του και οι συμμετέχοντες σε αυτό είχαν αφήσει πίσω τους πολλά ίχνη, δείγμα αλαζονείας και αίσθησης ότι «αυτούς» δεν τους αγγίζει κανείς.
Σε αυτό το τελευταίο μέχρι ώρας δεν έχουν άδικο. Εχει περάσει σχεδόν ένας χρόνος αφότου οι αποκαλύψεις από συγκεκριμένα μέσα ενημέρωσης («Inside Story», «Documento», «Reporters United», «Βήμα», «Καθημερινή», «News 247», «Εφ.Συν.» κ.ά.) έχουν ξεσκεπάσει πρόσωπα και πράγματα που φτάνουν ώς το Μαξίμου και πλην δύο τυπικών παραιτήσεων, του ανιψιού τού πρωθυπουργού, Γρηγόρη Δημητριάδη, και του διοικητή της ΕΥΠ, Παναγιώτη Κοντολέοντος, τίποτε άλλο δεν συνέβη. Τα εμπλεκόμενα πρόσωπα, οι επιχειρηματίες Φέλιξ Μπίτζιος, Γιάννης Λαβράνος, ο Ισραηλινός ιδιοκτήτης της εταιρείας του Predator, Intellexa, η εισαγγελέας της ΕΥΠ κ. Βλάχου, συγκεκριμένοι αξιωματικοί της ΕΛ.ΑΣ. συνεχίζουν τις ζωές τους δίχως να έχουν κληθεί για εξηγήσεις από τη Δικαιοσύνη.
Ακόμα και στην Εξεταστική της Βουλής, που αποδείχτηκε μια διαδικασία-παρωδία, η κυβερνητική πλειοψηφία προστάτευσε συγκεκριμένους μάρτυρες από τη βάσανο της παρουσίας τους και των ερωτήσεων που θα έπρεπε να απαντήσουν ενώπιον των βουλευτών, ενώ όσοι πήγαν να καταθέσουν επικαλούνταν το «απόρρητο» σε κάθε «δύσκολη» ερώτηση.
Παρακολουθήσεις
Η επίμονη δημοσιογραφία
Του Θανάση Κουκάκη*
Είναι λογικό η κοινή γνώμη να μην ασχολείται με ένα θέμα το οποίο δεν προβάλλεται και ως εκ τούτου δεν μπορεί να γνωρίζει σε βάθος. Αντίθετα, ένα θέμα που συντηρείται στον δημόσιο διάλογο και για το οποίο ο κάθε πολίτης μπορεί να σχηματίσει ολοκληρωμένη άποψη είναι ένα θέμα για το οποίο η κάθε κυβέρνηση καλείται να δώσει αναλυτικές και πειστικές εξηγήσεις.
Είναι χαρακτηριστικό το πόσο γρήγορα και σε βάθος έκανε τη δουλειά της η δημοσιογραφία στην υπόθεση των Τεμπών, σε σχέση με την υπόθεση των υποκλοπών. Στα Τέμπη υπήρχε μια καθολική συμμετοχή των δημοσιογράφων στη διερεύνηση της τραγωδίας και αναδείχτηκαν αμέσως όλες οι παραλείψεις και οι ευθύνες. Στις υποκλοπές δεν συνέβη αυτό.
Ομως, σε πείσμα των πάντων η «επίμονη δημοσιογραφία» δεν εγκατέλειψε τον στόχο της ενημέρωσης της κοινής γνώμης για το πώς ένας παρακρατικός μηχανισμός με όχημα την ΕΥΠ παρακολουθούσε, είτε με τη συμβατική τεχνολογία είτε με το Predator, για σχεδόν δύο χρόνια δημοσιογράφους, πολιτικούς και επιχειρηματίες, κατ’ εντολή του Μεγάρου Μαξίμου.
Το θέμα έμεινε ζωντανό. Ετσι, φτάνοντας στο debate των πολιτικών αρχηγών, μια απλή ερώτηση λίγων λέξεων ήταν αρκετή για να έρθει ξανά στην επικαιρότητα μέσα από την απάντηση που έδωσε ο ίδιος ο Κυριάκος Μητσοτάκης. Ενώπιον εκατομμυρίων θεατών αναγκάστηκε να παραδεχτεί ότι οι υποκλοπές είναι το σκάνδαλο που σκιάζει την κυβέρνησή του.
Η ουσία είναι ότι αμέσως μετά το debate η ελληνική κοινή γνώμη για πρώτη φορά είχε την ευκαιρία να πληροφορηθεί χωρίς φίλτρα την πραγματική διάσταση του σκανδάλου και τον ρόλο που διαδραμάτισε το πρωθυπουργικό περιβάλλον σε αυτό.
Πλέον η υπόθεση αυτή δεν γυρίζει πίσω. Ανεξαρτήτως των πολιτικών συσχετισμών, τους επόμενους μήνες θα γίνουν ευρέως γνωστά στην ελληνική κοινωνία όλα όσα έπρεπε ήδη να έχουν αποκαλυφθεί για το σκάνδαλο. Και οι εξελίξεις από δω και πέρα θα έχουν τη βούλα της Δικαιοσύνης. Και αυτό είναι εξαιρετικά σημαντικό. Με την προσωποποίηση των ποινικών και πολιτικών ευθυνών θα υπάρξει πραγματική εκτόνωση. Αυτό θα είναι λυτρωτικό για τους πάντες.
*Δημοσιογράφος, θύμα των παρακολουθήσεων
Ο διεθνής παράγοντας
Σε αντίθεση με την πλειονότητα των ελληνικών ΜΜΕ, τα ξένα μέσα ασχολήθηκαν ξανά και ξανά με το θέμα, όχι μόνο αναδεικνύοντάς το ως το ελληνικό «Γουότεργκεϊτ» αλλά συνεισφέροντας και με αποκαλύψεις όπως εκείνη των New York Times, σύμφωνα με την οποία η ελληνική κυβέρνηση μέσω του υπουργείου Εξωτερικών είχε δώσει άδεια στην Intellexa να εξαγάγει το Predator σε τρίτες χώρες. Κάπως έτσι κατέρρευσε με κρότο το βασικό κυβερνητικό επιχείρημα ότι το Μαξίμου δεν γνώριζε τίποτε για το λογισμικό και για εκείνους που το χρησιμοποιούν.
Την ίδια ώρα τη σκυτάλη έπαιρνε η επιτροπή PEGA του Ευρωκοινοβουλίου, η οποία επισκέφτηκε την Ελλάδα για συναντήσεις με πολιτικούς, δημοσιογράφους, ΜΚΟ αναφορικά με το θέμα. Το πόρισμά της, που παρουσιάστηκε πριν από λίγες μέρες, έβαζε στο κάδρο των ευθυνών την κυβέρνηση και τον ίδιο τον πρωθυπουργό. Παρόμοια επίσκεψη πραγματοποίησε και η επιτροπή LIBE η οποία έχει τη δυνατότητα να εισηγηθεί και περικοπή κονδυλίων για τη χώρα μας, όπως έγινε αντίστοιχα σε Ουγγαρία και Πολωνία, όπου το κράτος δικαίου και η ελευθερία του Τύπου δοκιμάζονται επίσης. Η ελληνική κυβέρνηση αρνήθηκε να συναντήσει την εν λόγω επιτροπή, αφού προηγουμένως είχε προσπαθήσει -ανεπιτυχώς- να ματαιώσει την επίσκεψή της στη χώρα μας.
Λίγες μέρες πριν από τις εκλογές, ο πρωθυπουργός στην τηλεμαχία των πολιτικών αρχηγών παραδέχτηκε ότι ο Νίκος Ανδρουλάκης δεν αποτελούσε «εθνική απειλή» για τον τόπο, χωρίς ωστόσο να πει στον ελληνικό λαό για ποιον λόγο βρισκόταν υπό παρακολούθηση. Ουδεμία εξήγηση έχει δώσει επίσης για τις παρακολουθήσεις του αρχηγού ΓΕΕΘΑ, του υπουργού της κυβέρνησης Κωστή Χατζηδάκη και όσων τα στοιχεία έχουν επιβεβαιωθεί από την έρευνα της Αρχής για τη Διασφάλιση του Απορρήτου των Επικοινωνιών. Ο πρωθυπουργός συμπεριφέρεται λες και το σκάνδαλο ήταν μια ατυχής στιγμή την οποία προσπαθεί να ξεπετάξει όσο το δυνατόν γρηγορότερα. Και, σε αντίθεση με άλλους ηγέτες στο παρελθόν που βρέθηκαν στη δίνη παρόμοιων σκανδάλων και παραιτήθηκαν, ο ίδιος παραμένει γαντζωμένος στην καρέκλα, εις βάρος της ίδιας της δημοκρατίας.
Πηγή: Εφημερίδα των Συντακτών