ΕΦΣΥΝ: Κλιματική Αλλαγή και Πολιτιστική Κληρονομιά – Βασιλική Τζεβελέκου

Τα συμπεράσματα της Ομάδας Εργασίας του ΥΠΠΟΑ παρουσιάστηκαν χθες και χαρακτηρίζονται «αισιόδοξα» καθώς δεν έχει καταγραφεί κάποιος συστηματικός κίνδυνος για συγκεκριμένο μνημείο. Ωστόσο το μέλλον δεν επιτρέπει εφησυχασμούς.

Ποιες επιπτώσεις έχει η κλιματική κρίση στον τομέα της πολιτιστικής κληρονομιάς; Πώς θα πορευτούμε και πώς θα θωρακίσουμε τα μνημεία και τους αρχαιολογικούς χώρους απέναντι στα ακραία καιρικά φαινόμενα που ολοένα αυξάνονται; Απλά ερωτήματα για το περίπλοκο και μεγάλο πρόβλημα του παρόντος και του άμεσου μέλλοντος, που αφορά τους πάντες και τα πάντα.

Το θέμα απασχολεί το υπουργείο Πολιτισμού και χθες παρουσιάστηκαν, σε συνέντευξη Τύπου, τα συμπεράσματα της Ομάδας Εργασίας του ΥΠΠΟΑ για την Κλιματική Αλλαγή και την Πολιτιστική Κληρονομιά παρουσία της υπουργού Πολιτισμού Λίνας Μενδώνη, του γ.γ. Πολιτισμού Γιώργου Διδασκάλου, του προέδρου της Ομάδας καθηγητή Κώστα Καρτάλη, μελών της και στελεχών του υπουργείου Πολιτισμού.

Τα πρώτα συμπεράσματα της Επιτροπής είναι «…αισιόδοξα, μέχρι σήμερα, τουλάχιστον, δεν έχει καταγραφεί συστηματικός κίνδυνος για κάποιο συγκεκριμένο μνημείο ή για κάποιο στοιχείο της πολιτιστικής κληρονομιάς που να αποδίδεται στην κλιματική κρίση», είπε η κυρία Μενδώνη, η οποία πρόσθεσε ότι αυτό δεν μπορεί να μας καθησυχάζει καθώς τα φαινόμενα ολοένα αυξάνονται. Καμία αναφορά βέβαια δεν έγινε στην πυρκαγιά του καλοκαιριού στην Ολυμπία, του περασμένου καλοκαιριού στις Μυκήνες, στα όμβρια ύδατα που πλημμύρισαν την Ακρόπολη ή στις ανεμογεννήτριες που πρόκειται να τοποθετηθούν σε καμένες εκτάσεις και πλησίον αρχαιολογικών χώρων.

Η υπουργός πάντως αποκάλυψε ότι «…ενδεχομένως το υπουργείο Πολιτισμού χρειαστεί να αναθεωρήσει και θεσμικά κάποια από τα ισχύοντα σήμερα δεδομένα. Θα σας δώσω ένα παράδειγμα. Ενδεχομένως να χρειαστεί, καθώς μελετάται κάθε επιμέρους χώρος και κάθε περιοχή, να επανεξεταστεί και να επαναξιολογηθεί το όριο των ζωνών προστασίας, διότι πλέον θα συνεκτιμηθούν και άλλοι παράγοντες».

Ελπίζουμε ότι θα τηρηθεί ο αρχαιολογικός νόμος ώστε οι επαναξιολογήσεις των ζωνών, εάν και εφόσον χρειαστούν, να γίνουν υπέρ των αρχαιολογικών χώρων. Η ίδια αναφέρθηκε στο Εθνικό Σχέδιο Δράσης «Πολιτιστική Κληρονομιά και Κλιματική Αλλαγή» που έχει επεξεργαστεί το υπουργείο Πολιτισμού με χρονικό ορίζοντα το 2050 και ενδιάμεσους στόχους ανά δεκαετία.

Επίσης η Διεύθυνση Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων εκπονεί από το 2018 αλλά και το 2019 διαχειριστικά σχέδια για τα μνημεία της πολιτιστικής κληρονομιάς της UNESCO και συγκεκριμένα για τα 15 από τα 18 που είναι ενταγμένα στους καταλόγους της. Το έργο με προϋπολογισμό 1,5 εκατ. ευρώ είναι ενταγμένο σε ΕΣΠΑ και επιπλέον η ΔΙΠΚΑ «υλοποιεί μια μελέτη ωρίμανσης σχετικά με την εκπόνηση ολοκληρωμένου σχεδίου διαχείρισης κινδύνων για τους αρχαιολογικούς χώρους των Μυκηνών, της Τίρυνθας, της Ακρόπολης των Αθηνών και της Μονής Δαφνίου, ενώ από το ΥΠΠΟΑ εκπονείται και το ενταγμένο στο Ταμείο Ανάκαμψης έργο της αντιμετώπισης της κλιματικής κρίσης, προϋπολογισμού περίπου 32 εκατ. ευρώ, στο οποίο, εκτός των άλλων, έχουν περιληφθεί έργα στους αρχαιολογικούς χώρους των Δελφών (προστασία από τις βραχοπτώσεις), του Δίου, της Φαιστού και των Μαλίων (αντιπλημμυρικά έργα), των Φιλίππων και του Μυστρά (πυροπροστασία)», είπε η υπουργός Πολιτισμού.

Από την πλευρά του ο πρόεδρος της Επιτροπής, Κώστας Καρτάλης, ανέφερε ότι υποχρέωση της Επιτροπής είναι «…η προληπτική δράση, δηλαδή του εντοπισμού των μέτρων που κινούνται σε μία προληπτική κατεύθυνση έτσι ώστε να είναι έτοιμο το υπουργείο Πολιτισμού –και η χώρα προφανώς– να προστατεύσει την πολιτιστική της κληρονομιά».

Στη δημοσιογραφική ερώτηση ποιες είναι οι πιο τρωτές περιοχές και τα πιο ευάλωτα μνημεία, ο κ. Κατάλης έδωσε επιστημονική απάντηση και μετά από δεύτερη ερώτηση, αφού εξήγησε ότι ο ρόλος της Επιτροπής δεν ήταν να εξετάσει την τρωτότητα, είπε «…η Αρχαία Ολυμπία προφανώς είναι τρωτή περιοχή. Ολες οι περιοχές που είναι στην Κρήτη λόγω της θερμικής επιβάρυνσης. Οποιες είναι κοντά σε ρέματα που δεν έχουν διευθετηθεί ή που έχουν καλυφθεί. Δηλαδή θέλω να πω ότι κάθε μία έχει διαφορετική αποτύπωση», γι’ αυτό και χρειάζεται διαφορετική αντιμετώπιση.

Πηγή: Η Εφημερίδα των Συντακτών