Αιολικά πάρκα: Βουνό ή θάλασσα;
Πολλοί είναι αυτοί στις μέρες που αναρωτιούνται γιατί δεν υπάρχουν Αιολικοί Σταθμοί στην Ελλάδα και στη θάλασσα συνήθως μαγεμένοι μετά από κάποια επίσκεψή τους σε υπεράκτια Αιολικά Πάρκα του εξωτερικού όπως ακριβώς ο γράφων του παρακάτω άρθρου. Πολλοί περισσότεροι δε είναι αυτοί που τελευταίως τις προτείνουν ως λύση για την αποφυγή των προβλημάτων που δημιουργούν οι χερσαίες ΑΓ. Ειδικά μετά την απόφαση της Γερμανίας, υπό την πίεση του αντιαιολικού κινήματος που είχε φουντώσει σε όλην τη χώρα, να απαγορευτούν οι χερσαίες έτσι ώστε να μπαίνουν μόνο στη θάλασσα, η διέξοδος αυτή μοίαζει σαν τη λύση του προβλήματος. Χαρακτηριστικές είναι επίσης οι φωτογραφίες που κυκλοφορούν και συνοδεύουν μία πληθώρα σχετικών άρθρων στον τύπο και στο internet για την προώθηση των Αιολικών Πάρκων που απεικονίζουν ατελείωτες πράσινες πεδιάδες και θάλασσες της βόρειας Ευρώπης με διατεταγμένες ΑΓ πολλών δεκάδων μέτρων. Είναι επίσης αρκετά συνηθισμένο να κάνει κανείς ένα ταξίδι στο εξωτερικό ή να μιλάει με κάποιον γνωστό του για ένα θέμα που τον απασχολεί στη χώρα του και να αναρωτιέται γιατί να μην μπορούν οι λύσεις των άλλων χωρών ως ένα απλό copy paste να έρθουν και στη δική του χώρα. Λες και το πρόβλημα της ενεργειακής μετάβασης μέσω περίπλοκων τεχνολογικών λύσεων, αμφισβητούμενης ουσιαστικής συνεισφοράς, είναι τόσο απλό ώστε με το κατάλληλο νομοθετικό πλαίσιο θα μπορούσε να λυθεί. Ωστόσο, «η πραγματικά τόσο χρήσιμη» χωροταξία στην Ελλαδα και συγκεκριμένα το Ειδικό Πλαίσιο για τις ΑΠΕ του 2008 έχει δυστυχώς γραφτεί με τη συνδρομή των επενδυτών και καθόλου υπερ των τοπικών κοινοτήτων με γνώμονα την πραγματική βιώσιμη ανάπτυξη τον ηπειρωτικών και νησιωτικών περιοχών απανταχού στην Ελλάδα. Και αν ευθύνεται κάποιος για την έλλειψη του νομοθετικού πλαισίου ίσως είναι οι ίδιοι οι επενδυτές που στο μακρινό 2008 δεν προέβλεψαν να υποδείξουν τη χωροθέτησή τους και στη θάλασσα. Φαίνεται όμως ότι ο καιρός παρήλθε, οι ΑΓ στη θάλασσα είναι η νέα τάση στη Βόρεια Ευρώπη και τώρα επεξεργάζονται σοβαρά και αυτό ενδεχόμενο.
Του Κώστα Τσαούση
Η αιολική, μια από τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας που ευνοεί το μοντέλο της αποκεντρωμένης παραγωγής βάζοντας στο παιχνίδι της συμμετοχής και τους πολίτες και τις τοπικές κοινότητες
Το καλοκαίρι του 2018, περπατώντας με φίλους στην παραλία του Brighton, άφησα το βλέμμα μου να περιπλανηθεί στο «δάσος» με τις ανεμογεννήτριες, ένα «δάσος» από πανύψηλα μεταλλικά «δέντρα» μέσα στη θάλασσα. Το «δάσος» που είναι ορατό από την παραλία του Brighton δεν είναι άλλο από το Rampion Offshore Wind Farm – το πρώτο υπεράκτιο αιολικό πάρκο στα νότια παράλια της Αγγλίας.
Το πάρκο – σύμφωνα με στοιχεία που αντλώ από το site της Rampion (https://www.rampionoffshore.com/) – «έχει εγκατεστημένη ισχύ 400 μεγαβάτ (MW) και θα παράγει σχεδόν 1.400 γιγαβατώρες (GWh) κάθε χρόνο. Αυτό ισοδυναμεί με την ποσότητα ηλεκτρικής ενέργειας που χρησιμοποιείται ετησίως από σχεδόν 350.000 σπίτια, ή περίπου τα μισά σπίτια στη περιοχή του Sussex».
Το αιολικό πάρκο – για όλους όσοι ενδιαφέρονται για λεπτομέρειες – βρίσκεται στο Κανάλι μεταξύ 13 και 20 χιλιομέτρων από τις ακτές του Sussex και εκτείνεται από το East Worthing στα δυτικά έως το Brighton στα ανατολικά. Καλύπτει μια έκταση 72 τετραγωνικών χιλιομέτρων, η οποία είναι λίγο μεγαλύτερη από το νησί Guernsey στη Μάγχη.
Από τότε μου είχε καρφωθεί στο μυαλό ένα ερώτημα: Γιατί δεν υπάρχει και στη χώρα μας ένα αιολικό πάρκο μέσα στη θάλασσα; Η απάντηση είναι εξόφθαλμα προκλητική. Είτε το πιστεύετε, είτε όχι, δεν υπάρχει καν το απαραίτητο και αναγκαίο σε αυτές τις περιπτώσεις θεσμικό πλαίσιο για να αξιολογηθεί το αίτημα μιας ενδιαφερόμενης επιχείρησης. Η τόσο χρήσιμη Χωροταξία σε εθνικό επίπεδο δηλώνει την ηχηρή απουσία της όσον αφορά την εγκατάσταση αιολικών πάρκων.
Δείτε επίσης: Εναλλακτική ενεργειακή πολιτική
Πάντως, για να πούμε και την πικρή αλήθεια, δεν είναι μόνο η απουσία της Χωροταξίας, αλλά και η πολυπλοκότητα που δημιουργούν οι αρμοδιότητες που μοιράζονται τα υπουργεία. Κατόπιν αυτού άντε να βρει κανείς άκρη ανάμεσα στο υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας και στο υπουργείο Εθνικής Αμυνας. Ενδεχομένως, να εμπλέκονται και άλλα υπουργεία, όπως το υπουργείο Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, αλλά σταματώ εδώ. Και αυτό γιατί πολύ γρήγορα, ίσως και μέσα στο φθινόπωρο, θα υπάρξουν πρωτοβουλίες από την πλευρά επιχειρηματικών ομίλων οι οποίοι δραστηριοποιούνται στην ενέργεια και ιδιαίτερα στις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας, που θα φέρουν το κρίσιμο ζήτημα της ανάπτυξης υπεράκτιων αιολικών πάρκων στο τραπέζι της διαβούλευσης.
Κρίσιµα ερωτήµατα και σηµαντικές πρωτοβουλίες
Τώρα, αν οι ανεμογεννήτριες θα «πατούν» στον βυθό ή θα είναι πάνω σε πλωτές επιφάνειες είναι άλλου παπά ευαγγέλιο… Το σημαντικό, δίχως άλλο, είναι ότι ξεκινά μια πρωτοβουλία που μπορεί να τροφοδοτήσει εξελίξεις που με τη σειρά τους θα διαμορφώσουν τις προϋποθέσεις για την προσέλκυση επενδυτών και κεφαλαίων για μεγάλες επενδύσεις σε αυτόν τον κρίσιμο τομέα για την ενεργειακή επάρκεια αλλά και την οικονομική ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας.
Σε κάθε περίπτωση, μια έρευνα για τα αιολικά πάρκα και τις ανεμογεννήτριες θα έπρεπε να απαντά στα παρακάτω ερωτήματα.
- Γιατί μόνο στο βουνό και όχι και στη θάλασσα; Υπάρχουν μελέτες ή και πιλοτικές εφαρμογές για θαλάσσια αιολικά πάρκα (όπως αυτό π.χ. στη Μάγχη);
- Θα μπορούσε να γίνει ευρεία εφαρμογή του μοντέλου «ένα αιολικό πάρκο σε βραχονησίδα»; Είναι επιτυχημένο αυτό το μοντέλο (π.χ. αιολικό πάρκο πάνω στη νησίδα Αγιος Γεώργιος στο Σαρωνικό);
- Υπάρχουν τεχνολογίες που επιτρέπουν αποθήκευση και μεταφορά ενέργειας;
- Σε ποιον βαθμό έχουμε ελληνική προστιθέμενη αξία στις ανεμογεννήτριες; Σήμερα, το κυρίαρχο μοντέλο είναι η εισαγωγή τους.
- Σε ποιον βαθμό επηρεάζουν οικονομικά τις κοινότητες και την αγορά της ευρύτερης περιοχής;
Η πρώτη ερώτηση έχει ήδη απαντηθεί – έστω και σε ένα πρώτο επίπεδο – αναμένοντας τις πρωτοβουλίες από την πλευρά μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων το φθινόπωρο.
Η πρώτη απάντηση μας δίνει και μια καλή «πάσα» για να τεθεί το ευρύτερο πλαίσιο μιας κυβερνητικής πρωτοβουλίας μεγάλης πνοής που θα έβαζε την αιολική ενέργεια στην πρώτη γραμμή της πράσινης ενεργειακής επενδυτικής αντεπίθεσης – μια κυβερνητική πρωτοβουλία που θα κινητοποιούσε δυνάμεις από την Ελλάδα και το εξωτερικό (επιχειρηματική και επενδυτική κοινότητα, επιστημονικό δυναμικό, ακαδημαϊκή και ερευνητική κοινότητα, τοπική και περιφερειακή αυτοδιοίκηση), διαμορφώνοντας ένα απλό και καθαρό πλαίσιο υποδοχής και ενθάρρυνσης επενδύσεων με εξαρχής συμφωνημένους όρους και προϋποθέσεις.
Διασύνδεση επενδυτικών κινήτρων με την παραγωγή
Στο σημείο αυτό ας κρατήσουμε στο μυαλό μας δύο στοιχεία που έχουν νόημα και αξία. Το πρώτο εξ αυτών έχει να κάνει με την απαραίτητη και αναγκαία διασύνδεση των όποιων μελλοντικών επενδυτικών κινήτρων με τη συγκρότηση μιας δυναμικής παραγωγικής βάσης για τον κλάδο της αιολικής ενέργειας. Η επιδίωξη τόσο από την πλευρά της κυβέρνησης όσο και από την πλευρά του επιχειρηματικού κόσμου θα πρέπει να είναι η ολοένα και μεγαλύτερη αύξηση της ελληνικής προστιθέμενης αξίας τόσο όσον αφορά τα κατασκευαστικά της ανεμογεννήτριας, όσο και όσον αφορά την τεχνολογία και τις εφαρμογές της.
Σήμερα στην ελληνική αγορά υπάρχει και παραγωγική βάση αλλά και επιστημονικό δυναμικό που θα μπορούσε να πετύχει την υπέρβαση. Ας μην ξεχνάμε και το επιτυχημένο παλαιότερο παράδειγμα της δημιουργίας μιας βιομηχανίας εκ του μηδενός, όπως ήταν η βιομηχανία της ηλιακής ενέργειας (οικιακοί ηλιακοί θερμοσίφωνες).
Το δεύτερο στοιχείο έχει να κάνει με έναν οργανωμένο διάλογο ανάμεσα στο κράτος και την αυτοδιοίκηση για τη διαμόρφωση ενός χάρτη πολλαπλών επιλογών για ενδιαφερόμενους επενδυτές από την Ελλάδα και το εξωτερικό (πάρκα σε βουνοκορφές της ηπειρωτικής χώρας, μικρά πάρκα σε νησίδες και βραχονησίδες, υπεράκτια θαλάσσια πάρκα). Με άλλα λόγια, συνεννόηση και συναίνεση.
Ενεργοποίηση των υγιών δυνάµεων σε τοπικό επίπεδο
Ας πάμε πίσω στη Μάγχη. Στο site της εταιρείας του Rampion Offshore Wind Farm διαβάζω κάτι που θα μπορούσε να λειτουργήσει ως ένα θετικό παράδειγμα προς μίμηση. Το μοντέλο του Rampion Community Benefit Fund. Τι σημαίνει κάτι τέτοιο στη πράξη; Διαβάζω: «Η Rampion σκοπεύει να είναι ένας καλός γείτονας διαδραματίζοντας ενεργό και υποστηρικτικό ρόλο και δημιουργεί οφέλη για τις τοπικές κοινότητες τις περιοχές των οποίων επηρεάζει με τις δραστηριότητές της. (…) Στόχος, να κάνει την πραγματική διαφορά στις τοπικές κοινότητες μέσω της υποστήριξης έργων που συνδέονται με το περιβάλλον και την οικολογία, την κλιματική αλλαγή και την ενέργεια, αλλά και τη βελτίωση των κοινοτικών υποδομών. Προτεραιότητα δίνεται σε έργα που ωφελούν άτομα και κοινότητες που βρίσκονται σε μειονεκτική θέση».
Προφανώς υπάρχει και ο αντίλογος και είναι δεκτός και χρήσιμος. Θα μπορούσε κανείς να υποστηρίξει ότι η ελληνική εκδοχή του Community Benefit Fund είναι το υποχρεωτικό 3% των αντισταθμιστικών οφελών. Σωστά, αλλά το θέμα είναι το τι φτάνει και πότε στις κοινότητες και στους μόνιμους κατοίκους τους. Επιπλέον, η δράση του αγγλικού Fund είναι πέρα για πέρα εθελοντική, πέραν των υποχρεώσεων της εταιρείας του αιολικού πάρκου.
Σε κάθε περίπτωση, η αιολική ενέργεια είναι μια ΑΠΕ που ευνοεί την αποκεντρωμένη παραγωγή της από πολίτες αλλά και από τοπικές κοινότητες. Με βάση αυτή τη διαπίστωση θα μπορούσε να υπάρχει μια συστηματική προσπάθεια ενίσχυσης της τάσης του διαμοιρασμού και της συμμετοχής των τοπικών κοινοτήτων, αλλά και συνεταιρισμών-συμπράξεων πολιτών στις επενδύσεις.
Δεν είναι «όνειρο θερινής νυκτός» η αποδοχή επιχειρηματικών ομίλων της συμμετοχής τους σε κοινοπρακτικές εταιρείες με τοπικές κοινότητες που θα είχαν εξασφαλίσει την άδεια για ένα αιολικό πάρκο στην περιοχή τους. Μια τέτοια προοπτική σημαίνει και ενεργοποίηση των υγιών δυνάμεων σε τοπικό επίπεδο, με τον πρώτο λόγο στους πολίτες και όχι στους κάθε λογής μηχανισμούς. Σε κάθε βήμα θα πρέπει η διαφάνεια και η λογοδοσία να είναι σε πρώτη ζήτηση.
Θέσεις εργασίας, προσέλκυση επενδύσεων, εξοικονόµηση πόρων
Για το τέλος κράτησα ένα απόσπασμα από την τελευταία ενημερωτική καμπάνια της Ελληνικής Επιστημονικής Ενωσης Αιολικής Ενέργειας (ΕΛΕΤΑΕΝ): «Τα αιολικά πάρκα δημιουργούν πολύ περισσότερες θέσεις εργασίας από τους σταθμούς φυσικού αερίου. Η εγχώρια προστιθέμενη αξία τους φτάνει στο 35% του κόστους επένδυσης κατά την κατασκευή τους και πάνω από το 80% του κόστους κατά τη λειτουργία τους. Ελκύουν άμεσες ξένες επενδύσεις. Εξοικονομούν πολύτιμους πόρους για την οικονομία μειώνοντας τις εισαγωγές και μεσοπρόθεσμα μπορεί να κάνουν την Ελλάδα εξαγωγό πράσινης ενέργειας.
Τα αιολικά πάρκα δημιουργούν πολλαπλά οφέλη στις τοπικές κοινωνίες, νέες δουλειές, μείωση του λογαριασμού ρεύματος, τοπικά έργα ανάπτυξης και υποδομών.
Για παράδειγμα, στη Νότια Εύβοια τα αιολικά πάρκα συνολικής ισχύος 218,7 MW που κατασκευάστηκαν την περίοδο 1998-2017 έχουν προσφέρει συνολικά 82,6 εκατ. ευρώ στην τοπική κοινωνία έως το 2018 και συνεχίζουν να προσφέρουν 4 εκατ. ευρώ κάθε έτος.
Και όλα αυτά χωρίς να συγκρούονται με άλλες αναπτυξιακές δραστηριότητες. Δεν μειώνουν την αξία της γης και δεν έχουν αρνητική επίπτωση στον τουρισμό.
Για παράδειγμα, στην Κεφαλονιά, ένα από τα πιο τουριστικά νησιά της Ελλάδας, τα τελευταία 15 έτη εγκαθίστανται συνεχώς νέα αιολικά πάρκα. Την ίδια περίοδο, οι ξενοδοχειακές κλίνες μέσης και ανώτερης κατηγορίας σχεδόν διπλασιάστηκαν και ξεκίνησαν να λειτουργούν νέα πεντάστερα ξενοδοχεία».
Πηγή: IN.GR