Πρώτη προτεραιότητα η διατήρηση των γυπών και των αρπακτικών στον Έβρο!
Μία σημαντική νίκη έφερε η τεράστια προβολή του θέματος της αδειοδότησης Αιολικού Σταθμού στις καμένες εκτάσεις του Έβρου που αποκάλυψε η ΟΡΝΙΘΟΛΟΓΙΚΗ πριν τρεις ημέρες. Η μεγάλη δημοσιότητα και η μαζική αντίδραση των πολιτών που εύλογα προκλήθηκε από την ανακοίνωση, έφερε, μόλις μια μέρα μετά, την έκδοση σχετικής ανακοίνωσης του ΥΠΕΝ περί «αναστολής οικονομικών δραστηριοτήτων στην πληγείσα από τις πυρκαγιές περιοχή του Έβρου». Μία πολιτική παρέμβαση απολύτως αναγκαία για τη διαχείριση της βιοποικιλότητας και των πληθυσμών των αρπακτικών πουλιών, η οποία όμως θα έπρεπε να είχε γίνει εξ αρχής με πρωτοβουλία του ίδιου του ΥΠΕΝ και όχι κατόπιν της δημοσιοποίησης της -πολιτικά, περιβαλλοντικά και ηθικά- απολύτως εσφαλμένης έκδοσης ΑΕΠΟ για τον ΑΣΠΗΕ ΜΥΤΑΚΑΣ 1&2 από την Αποκεντρωμένη Διοίκηση Μακεδονίας-Θράκης (ΑΔΜΘ).
Κρατάμε αυτή την πρώτη αντίδραση ως τη θετική πλευρά του ζητήματος, αλλά δεν μπορούμε να σταθούμε μόνο σε αυτή. Ευελπιστούμε πως τα πολλά διφορούμενα σημεία της ανακοίνωσης θα διευκρινιστούν σύντομα με μία πολύ πιο συγκεκριμένη Υπουργική Απόφαση.
Αρχικά, σε κάθε περιοχή λαμβάνουν χώρα πολλές οικονομικές δραστηριότητες, οι οποίες όμως δεν έχουν τον ίδιο αντίκτυπο στα προστατευτέα αντικείμενα μίας περιοχής NATURA. Το να μπαίνουν στο ίδιο «τσουβάλι» η εγκατάσταση ανεμογεννητριών, που αποτελεί τεκμηριωμένη πίεση για τους γύπες και τα υπόλοιπα αρπακτικά πουλιά (τα οποία αποτελούν το κύριο αντικείμενο προστασίας στον Έβρο) με αγροτικές δραστηριότητες, όπως π.χ. η μελισσοκομία ή η κτηνοτροφία (με πολύ συγκεκριμένους όρους, βέβαια, στις καμένες εκτάσεις), που έχουν ουδέτερο ή και θετικό πρόσημο για τα είδη αυτά, δεν προσφέρει τίποτα και πρέπει άμεσα να υπάρξει σχετική διευκρίνιση. Δραστηριότητες που σχετίζονται άμεσα με την οικονομική ζωή του τοπικού πληθυσμού χρειάζονται ασφαλώς διαφορετική προσέγγιση από αυτές που δεν έχουν τέτοιο χαρακτήρα, όπως η εγκατάσταση νέων Αιολικών Σταθμών.
Η αναστολή αδειοδότησης και εργασιών εγκατάστασης Αιολικών Σταθμών στην καμένη έκταση είναι η ελάχιστη και εκ των προτέρων αυτονόητη απαιτούμενη ενέργεια: ο ενδεχόμενος περιορισμός της ισχύος αναστολής μόνο σε αυτή την έκταση θα είναι απολύτως ανεπαρκής. Υπενθυμίζουμε ότι το ΥΠΕΝ έχει απαγορεύσει τη θήρα σε όλη την έκταση της Περιφερειακής Ενότητας Έβρου και όχι μόνο στην καμένη έκταση: αυτό ήταν μία ευνόητη απόφαση, αφού τα περισσότερα πουλιά θα αναζητήσουν προσωρινά τροφή και καταφύγιο εκτός των καμένων εκτάσεων. Επομένως, δεν έχει οποιαδήποτε λογική να μην εφαρμοστεί το ίδιο σκεπτικό για τους αιολικούς σταθμούς και όσες άλλες οικονομικές δραστηριότητες είναι επιβαρυντικές για τους γύπες και τα αρπακτικά πουλιά. Εκτός από την Π.Ε. Έβρου η αναστολή θα πρέπει να εφαρμοστεί και για τους τεκμηριωμένα με επιστημονικά στοιχεία κρίσιμους βιότοπους των γυπών στην Π.Ε. Ροδόπης (η οποία και αυτή πλήγηκε από πυρκαγιές αυτό το καλοκαίρι).
Για δυο δεκαετίες, η εγκατάσταση ανεμογεννητριών στη Θράκη αποτελούσε και συνεχίζει να αποτελεί πρώτη προτεραιότητα (ο Έβρος και η Ροδόπη είναι επίσημα χαρακτηρισμένες ως «Περιοχές Αιολικής Προτεραιότητας») και η προστασία των πληθυσμών των απειλούμενων αρπακτικών βρίσκεται αρκετά πιο χαμηλά και «προσαρμόζεται» σε αυτή την προτεραιοποίηση, ακόμα και με τις βαριές για αυτά συνέπειες, που είναι λίγο-πολύ γνωστές (σημαντικός αριθμός θανάτων από προσκρούσεις). Αυτή τη στιγμή, όμως, μετά από την εγκατάσταση 276 ανεμογεννητριών σε ‘Έβρο και Ροδόπη και μετά από την τεράστια πυρκαγιά, που έχει επηρεάσει όσο ποτέ τις τελευταίες δεκαετίες τους βιότοπους των απειλούμενων αρπακτικών, τα πράγματα αλλάζουν: πρώτη προτεραιότητα πλέον αποτελεί η διατήρηση του Μαυρόγυπα, του Ασπροπάρη, του Όρνιου και των άλλων αρπακτικών πουλιών, καθώς και η αποκατάσταση της δασικής βλάστησης, και η περαιτέρω ανάπτυξη των αιολικών στην περιοχή μπορεί να περιμένει: θα απαιτηθούν αρχικά τουλάχιστον 3 χρόνια παρακολούθησης για να διαπιστωθεί αν και πως θα προσαρμοστούν οι πληθυσμοί των αρπακτικών στη νέα κατάσταση του φυσικού περιβάλλοντος – και τότε να επανεκτιμηθούν και οι ρυθμίσεις των οικονομικών δραστηριοτήτων.
Αυτό που θα περιμέναμε, επίσης, στην ανακοίνωση του ΥΠΕΝ είναι να υπάρχει κάποιο σχόλιο – απάντηση στην επισήμανσή μας ότι για το αδειοδοτηθέν έργο είχε γνωμοδοτήσει αρνητικά η Μονάδα Διαχείρισης Εθνικού Πάρκου Δαδιάς του ΟΦΥΠΕΚΑ και πως η λίστα έργων που αδειοδοτούνται ενώ υπάρχει αρνητική γνωμοδότηση του ΟΦΥΠΕΚΑ μεγαλώνει. Πρόκειται για μία πρακτική που απαξιώνει τον ΟΦΥΠΕΚΑ ως κατ’ έξοχήν αρμόδιο όργανο για την εκτίμηση των επιπτώσεων στις προστατευόμενες περιοχές και καταλήγει στην αδειοδότηση έργων που έχουν σοβαρή πιθανότητα να απειλήσουν την ακεραιότητα των περιοχών NATURA.
Μία ακόμα απαραίτητη διευκρίνιση: η περιβαλλοντική αδειοδότηση ενός έργου είναι μια μακρόχρονη διαδικασία που ξεκινάει με την υποβολή του σχετικού φακέλου προς την αδειοδοτούσα αρχή και κλείνει με την έκδοση της Απόφασης Έγκρισης Περιβαλλοντικών Όρων (ΑΕΠΟ). Η έκδοση της ΑΕΠΟ έγινε στις 20/9 και μάλιστα στην ίδια την Απόφαση αναφέρεται σαφώς ότι στις 15/9 το ΥΠΕΝ έστειλε πρόσθετα στοιχεία για τη συμπλήρωση της ΑΕΠΟ (αιτιολόγηση για την συμπλήρωση του πρακτικού του ΠΕΣΠΑ). Τα παραπάνω σημαίνουν ότι η πυρκαγιά του Έβρου που μεσολάβησε μπορεί να έκαψε σχεδόν 1.000.000 στρέμματα, αλλά για τη διαδικασία αδειοδότησης του ΑΣΠΗΕ ΜΥΤΑΚΑΣ 1 και 2 «πέρασε και δεν ακούμπησε». Και το να ισχυρίζεται το ΥΠΕΝ, αλλά και η ΑΔΜΘ, ότι η απόφαση ήταν προγενέστερη της πυρκαγιάς και συγκεκριμένα ότι λήφθηκε στις 9/8, αλλά η τεκμηρίωση της απόφασης δόθηκε στις 15/9, δεν είναι ιδιαίτερα κολακευτικό για κανέναν από τους εμπλεκόμενους…
Τέλος, επειδή πολλά ακούστηκαν και γράφτηκαν αυτές τις μέρες μετά από την δημοσιότητα που έλαβε το θέμα, πρέπει να υπογραμμίσουμε τα εξής: όσοι παρακολουθούν τη δραστηριότητα της ΟΡΝΙΘΟΛΟΓΙΚΗΣ γνωρίζουν ότι η επιτυχημένη – με την υποστήριξη του κόσμου – παρέμβαση είναι μέρος μιας συστηματικής και μακρόχρονης προσπάθειας – εκστρατείας της οργάνωσής μας για την ορθή χωροθέτηση των ΑΠΕ. Η ανάπτυξη των ΑΠΕ είναι ασφαλώς απαραίτητη, αλλά θα πρέπει να γίνεται με τρόπο που δε θα θίγει τη διατήρηση της βιοποικιλότητας, η απώλεια της οποίας αποτελεί εξίσου κρίσιμης σημασίας περιβαλλοντικό ζήτημα με την κλιματική αλλαγή. Βρείτε αναλυτικά τις θέσεις μας στη σχετική έκδοση της ΟΡΝΙΘΟΛΟΓΙΚΗΣ
ΥΓ.1: Σχετικά με το ΔΤ της Αποκεντρωμένης Διοίκησης Μακεδονίας-Θράκης, με το οποίο επιχειρείται να αμφισβητηθούν όσα αναφέρονται στη δημοσίευση της ΟΡΝΙΘΟΛΟΓΙΚΗΣ στις 25/9, θα απαντήσουμε αναλυτικά με νεότερη ανάρτηση.