ΕΦΣΥΝ: Ερώτηση ΚΚΕ στην Κομισιόν για εγκατάσταση ανεμογεννητριών στην Οίτη

Τη δικαιολογημένη αντίδραση των κατοίκων έχει προκαλέσει ο σχεδιασμός εγκατάστασης ανεμογεννητριών στην περιοχή της Οίτης που θα επιφέρει τεράστια καταστροφή στο φυσικό περιβάλλον και στη δημόσια υγεία. Στις 21/1/2022 κατατέθηκε από ιδιωτική εταιρεία εκ νέου Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων  που προηγούμενα είχε απορριφθεί λόγω μη ύπαρξης «Ειδικής Οικολογικής Αξιολόγησης, για Αιολικό Σταθμό Παραγωγής Ηλεκτρικής Ενέργειας ισχύος 15,6MW» στο βουνό που αποτελεί Εθνικό Δρυμό με πλούσια πολιτιστική και ιστορική κληρονομιά.

Για αυτή την εξέλιξη έχουν ευθύνη τόσο η σημερινή κυβέρνηση της ΝΔ όσο κι οι προηγούμενες που προωθούν και υλοποιούν τη στρατηγική της ΕΕ για τη λεγόμενη «πράσινη μετάβαση», την απελευθέρωση της ενέργειας με βάση τα κριτήρια κερδοφορίας των μεγάλων ομίλων. Αφήνουν αναξιοποίητες εγχώριες δυνατότητες παραγωγής ενέργειας όπως η λιγνιτοπαραγωγή, τα υδροηλεκτρικά, η γεωθερμία  και οι εξορύξεις, στο όνομα της μονοκαλλιέργειας των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας και του πανάκριβου εισαγόμενου φυσικού αέριου, και χρηματοδοτούν με εκατοντάδες δισεκατομμύρια ευρώ τους ομίλους. τσακίζοντας το λαϊκό εισόδημα με νέους «πράσινους» φόρους και αλλεπάλληλες ανατιμήσεις στην τιμή της ενέργειας.

Πώς τοποθετείται η Ευρωπαϊκή Επιτροπή:

  • Στο αίτημα των κατοίκων να σταματήσουν οι αδειοδοτήσεις ανεμογεννητριών σε μια περιοχή όπως η Οίτη, καθώς οι επιπτώσεις θα είναι μη αναστρέψιμες;
  • Στο γεγονός ότι με βάση το σχετικό νομό της κυβέρνησης της ΝΔ το 2020 που ενσωματώνει στην ελληνική νομοθεσία τις Οδηγίες 2018/844 και 2019/692, αδειοδοτούνται αιολικοί σταθμοί με Μελέτες Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων οι οποίες εγκρίνονται με γρήγορες διαδικασίες για την επίσπευση των επιχειρηματικών σχεδίων σε βάρος της ολοκληρωμένης επιστημονικής μελέτης με κριτήριο την προστασία του περιβάλλοντος και των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών της περιοχής;
  • Στο γεγονός ότι η στρατηγική της «πράσινης μετάβασης» της ΕΕ όχι μόνο δεν εξασφαλίζει φθηνό ρεύμα για τις εργατικές λαϊκές οικογένειες αλλά, αντίθετα, εκτινάσσει τις τιμές και «χρυσώνει» τους ενεργειακούς επιχειρηματικούς ομίλους;

Πηγή: Εφημερίδα των Συντακτών